- μεθυμναίος
- μεθυμναῑος, ὁ (Α)προσωνυμία τού θεού Διονύσου.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για παραφθορά τής λ. Μηθυμναῖος υπό την επίδραση τής λ. μέθυ (πρβλ. «ΜηθυμναῖοςΔιόνυσος», γλώσσα που παραδίδει ο Ησύχιος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
μεθυμναῖος — wine god masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεθυμναῖον — μεθυμναῖος wine god masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεθυμναίοιο — μεθυμναῖος wine god masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεθυμναίου — μεθυμναῖος wine god masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεθυμναίων — μεθυμναῖος wine god masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)